Tabs: Blog | About Us |

21.5.07

Η καρπουζόφλουδα

Αφιερωμένο

στην Anna-Silia με χαρά και αγάπη και την ευχαριστώ για την πρόσκληση της!

στην κόρη της Μαρίας.

***

Συναντηθήκαμε τυχαία σ΄ένα παλιό βιβλιοπωλείο της Σανταρόζα που δεν υπάρχει πια, κοιταχτήκαμε στα μάτια κι εκείνη χαμογέλασε μ΄ένα χαμόγελο που έμοιαζε με φωταγωγημένο ανοιχτό γραμματοκιβώτιο.

-Μετά από δω θέλεις να περπατήσουμε μαζί?

Μου έγνεψε καταφατικά χωρίς να πει λέξη.

Βγήκαμε στο δρόμο και βαδίσαμε προς το Σύνταγμα.

Περάσαμε μέσα από την Πλάκα κατεβήκαμε τη Βεϊκου και συνεχίσαμε στη Θησέως με κατεύθυνση προς τη θάλασσα.

Περπατούσαμε χωρίς σκοπό, χωρίς ούτε μια στιγμή να ρωτήσει ο ένας τον άλλον που πάμε.

Μιλούσαμε ήρεμα και χαλαρά, για όλα και για τίποτα, γι΄απλα κι ασήμαντα και ήταν όλα πολύ ενδιαφέροντα.

Ήταν 20 χρόνων.

Σπούδαζε στο Παρίσι αρχιτεκτονική και μουσική, ήταν εδώ για διακοπές.

Μελαχρινή, ίσια πυκνά κατάμαυρα μαλλιά, ανοιχτόχρωμο δέρμα, μεγάλα μαύρα μάτια και δυο μεγάλα μαύρα φρύδια, τα οποία δεν είχαν έρθει ποτέ σε επαφή με το τσιμπιδάκι, που έμοιαζαν σαν δυο τεράστιες καλλιγραφικές περισπωμένες σε μια εποχή που το πολυτονικό ήταν στις μεγάλες του δόξες.

Φορούσε μόνο ένα μαύρο φουστάνι χωρίς μανίκια, με ανοιχτό μπούστο.

Περνώντας από την πλατειά Δαβάκη, η Μαρία, εγώ και ο ήλιος, σχηματίζαμε ένα ορθογώνιο, (πολύ)ανισοσκελές τρίγωνο.

Ο Αύγουστος είχε γυρίσει το διακόπτη του ήλιου στο 3, η άσφαλτος κάτω απ΄τα ποδιά μας είχε μαλακώσει πολύ κι έμοιαζε με λιωμένο μαύρο λίπος.

Ένοιωθα σα να περπατάμε πάνω σε μια γιγαντιαία φάλαινα η οποία κουβαλούσε το κόσμο στην ράχη της.

Συνεχίζαμε να πορευόμαστε ενώ ο ιδρώτας έτρεχε από κάθε πόρο του δέρματος μας, είμαστε σα δυο κινούμενοι ζωντανοί θερμοσυσσωρευτές.

Οι δρόμοι ήταν άδειοι από ανθρώπους, η πόλη σχεδόν έρημη και μόνο μερικοί κοπρίτες, καβατζωμενοι σε διάφορα επίσης σοφά επιλεγμένα σημεία, με τη γλώσσα έξω σαν τεραστία παντόφλα, ανάσαιναν βαριά και κοφτά προσπαθώντας με δυσκολία να εξασφαλίσουν μερικές μπουκιές οξυγόνου για εσωτερική κατανάλωση.

Μέσα σ΄αυτή την πλήρη άπνοια ήταν φυσικό: Δεν φυσούσε, ρουφούσε!

-Τι κόλαση είναι αυτή? ρώτησα.

-Είναι απλώς μια ζεστή μέρα στον παράδεισο!

Η φωνή της ήταν σιγανή, σχεδόν ψυθιριστή γεμάτη από γλυκεία ηρεμία.

Κατάλαβα ότι ήταν η πρώτη ηλίθια κουβέντα που είπα από όταν την γνώρισα κι ότι αυτό το κορίτσι, που βάδιζα δίπλα του, κουβαλούσε πολύ σοφία στα εσωτερικά του μπαγκάζια.

Βαδίζαμε στο αριστερό πεζοδρόμιο.

Στη συμβολή της Θησέως με τη Άκρα είχε στήσει το καρότσι του, ένα μικρό βουνό από καρπούζια που σχηματίζανε μια πράσινη πυραμίδα.

Είχε τοποθετήσει την καρεκλά του κάτω από μια ξεθωριασμένη ομπρελά δίπλα στην πυραμίδα του και καθότανε λοξά, σε μια στάση που φαίνεται να τον βόλευε, με το ένα πόδι πάνω στ΄άλλο.

Μ΄ένα μαντίλι λερό σκούπιζε συνεχώς τον ιδρώτα ο οποίος έτρεχε στο πρόσωπο του που είχε το βαθύ χρώμα της σοκολάτας.

Ήταν ο μόνος άνθρωπος που υπήρχε στο δρόμο και έμοιαζε να το απολαμβάνει.

Ο βασιλιάς της έρημης λεωφόρου!

Πλησιάσαμε, με μια κίνηση, χωρίς να πει λέξη, πήρε το μεγάλο μαχαίρι και τοχωσε σ΄ ένα μεγάλο καρπούζι που άνοιξε τρίζοντας.

Επανέλαβε την κίνηση, δυο φορές ακόμα, κι ύστερα στάθηκε μπροστά μας με φυσικότητα, σαν έμπειρος καρπουζοκαρδιοχειρουργος κρατώντας στα χέρια του τη ματωμένη καρδιά του καρπουζιού.

Μας κοίταξε με δυο μάτια που οι κόρες τους έμοιαζαν με ανάμενα καρβουνά, ύψωσε την καρδιά μπροστά μας και την προσέφερε στο κορίτσι.

Μετά ήλθε κι δική μου σειρά.

Η Μαρία έβαλε βαθιά στο στόμα της το δικό της κομμάτι κοιτάζοντας τον στα μάτια, ο χυμός πλημμύρισε απ΄ τα χείλη της, και ακολουθώντας τη διαδρομή από το σαγόνι ως το λαιμό, σαν μικρό κόκκινο ποτάμι χανόταν ανάμεσα στα στήθη της.

Ύστερα, με μια πολύ φυσική κίνηση, έσκυψε και κάθισε στο ρείθρο του πεζοδρομίου, χωρίς καμία ανησυχία για το μαύρο φουστάνι της.

Την μιμήθηκα κάνοντας το ίδιο, κάθισα δίπλα της.

Αυτός σηκώθηκε από την θέση του.

-Έλα να καθίσεις στην καρέκλα να ξεκουραστείς στη σκιά.

Ήταν η πρώτη κουβέντα που ειπώθηκε μεταξύ μας.

Εκείνη αρνήθηκε ευγενικά. Μετά, αυτός, πατώντας ένα πλήκτρο του μεγάλου ραδιοκασετόφωνου που ήταν στηριγμένο στην άκρη του καροτσιού γέμισε τη λεωφόρο του Αυγουστιάτικου μεσημεριού με μουσικές που για πρώτη φορά άκουγα:

Από το πάρκο στη Μυροβόλο

το μηχανάκι αστράφτει στο ήλιο

αντανακλά το χαμόγελο σου

και μ΄εκτινασει στο φως!

Τα΄αχτενιστα μαλλιά σου καλέ μου

χθες ήταν καλοχτενισμένα

κι οι μπότες που δε φοράς ποτέ σου

είχανε γίνει σύμβολο

Να πεις του μπαμπά σου όταν σε φιλάει

να μην φοράει τα μαύρα γυαλιά

γιατί σκιάζουν τα ωραία σου μάτια

και μες΄τη σκιά τους άλλους κοιτάς.

Από το πάρκο στη Μυροβόλο

το μηχανάκι αστράφτει στον ήλιο

αντανακλά το χαμόγελο σου

και με διαλύει στο φως!

Έγειρε προς το μέρος μου και κλείνοντας τα μάτια με φίλησε κρατώντας στο χέρι της την καρπουζοφλουδα.

Ο άνθρωπος με τα μάτια-κάρβουνο μας κοιτούσε μ΄ ένα όμορφο συναίσθημα ζωγραφισμένο στο πρόσωπο του.

Σηκωθήκαμε, τον πλησίασε και τον φίλησε τρυφερά στο μάγουλο, τα καρβουνά σπιθοβολήσανε από ευτυχία.

-Κάνει πολύ ζεστή, γιατί δεν καθόσαστε να ξεμεσημεριασει?

-Όχι και τόσο πολύ, του απάντησα, είναι απλώς μια ζεστή μέρα στον παράδεισο!

Συνεχίσαμε την πορεία μας πάνω στη φάλαινα κατηφορίζοντας προς τις Τζιτζιφιές.

Δεν θέλαμε να …ξεμεσημεριασει!

Υ.Γ.

Η καρπουζοφλουδα αυτή στάθηκε το εμπόδιο ανάμεσα στη Μαρία και τις σπουδές της.

Ο δρόμος της άλλαξε, ή μάλλον δημιουργήθηκε μια παράκαμψη, αφού η κόρη της η Φαίδρα συνεχίζει από κει που αυτή είχε μείνει.

Αρχιτεκτονική και μουσική στο Παρίσι!

Τη γνώρισα πέρσι το καλοκαίρι (ίδια η μανά της).


Ο Θείος Ισίδωρος

Ετικέτες


Permalink για το "Η καρπουζόφλουδα"

12 Comments:

Blogger BK said...

Ουφ έσκασα!

Περνώντας από την πλατειά Δαβάκη, η Μαρία, εγώ και ο ήλιος, σχηματίζαμε ένα ορθογώνιο, (πολύ)ανισοσκελές τρίγωνο.
Εξόχως γεωμετρικό!

21 Μαΐου 2007 στις 12:58 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

hot!

(από κάθε άποψη!)

21 Μαΐου 2007 στις 1:48 μ.μ.  
Blogger Tin Man said...

Θείε! Πως τα καταφέρνεις να μας εκπλήσσεις συνέχεια!!!

21 Μαΐου 2007 στις 3:36 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Toixorixos,
Ναι, ζεστη θεραπευτικη!

Πανο,
μια ζεστη που διατηρω στη μνημη μου σαν παλιο κι αγαπημενο καρτ-ποσταλ.

tin man,
Αγαπητε ανηψιε τον ξεχασες τον θειο σου, ο οποιος δεν εκπλησει, απλως διατηρει τις μνημες του κι οταν τις χρειαζεται τις αναζητα και τις βρισκει!

21 Μαΐου 2007 στις 4:34 μ.μ.  
Blogger Athanassios said...

οι φόβοι του μεσημεριού... που θα ΄λεγε ο ποιητής...
Εφαγες ξανά καρπούζι από τότε?

21 Μαΐου 2007 στις 10:35 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Το'ξερα.....το ειχα αντιληφθει απο τοτε , απο τον Φλεβαρη , οταν "φρεσκια και με αρχες" οπως ειπε ενας διαδικτυακος φιλος , διαβασα εκεινη την περιφημη "Ντοματόφλουδα Νο 1"...Τό'ξερα πως εισαι ρομαντικος και ερωτικος....κι ας απορησαν μ'αυτο καποιοι δικοι σου ,τωρα, κι ας κινδυνεψες να χαρακτηρισθεις τότε σαν "σεξιστης"...
Τό'ξερα.....
Σ'ευχαριστω μεσα απο την καρδια μου
---------
Μια ...εμμονη με τις "φλούδες" παρατηρω ; ή ειναι η ιδεα μου ;
Τι λες ;..Παμε για την "μπανανόφλουδα" τωρα ;...
Πλακα κανω .
Και παλι σ'ευχαριστω .

24 Μαΐου 2007 στις 12:55 π.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

silia,
Μονο μια ψυχη που αγαπαει τις ρυτιδες της μπορει να δει κατω απο τη φλουδα ενος θειου.
Γιαυτο την αξιζες αυτη την μικρη και αληθινη αφιερωση.
Νασαι καλα για να μπορεις να κανεις καλα τους αλλους!

Οιστρε,
και τα δικα σου ματια δεν βλεπουν μονο πανω απ΄τη φλουδα.
Βλεπουν μεχρι και το κουκουτσι!
Σ’ ευχαριστω.
Να εισαι καλα!

Αθαναση,
ο θειος σου δε φοβαται ποτε τα μεσημερια, ειναι καρπουζοδράκοντας!

24 Μαΐου 2007 στις 5:54 μ.μ.  
Blogger Athanassios said...

Μας έσκισες.... " μόνο μια ψυχή που αγαπάει τις ρυτίδες της μπορεί να δει κάτω από τη φλούδα ενός θείου"...

Είχα διαγνώσει πρώτος, ότι είσαι σε ιδιαίτερη φόρμα αυτή την περίοδο...
έρωτας είν' η αιτία?

24 Μαΐου 2007 στις 9:15 μ.μ.  
Blogger oistros said...

Θείε
μου θύμησες το "αμύγδαλο του κόσμου" που λέει όμορφα ο ποιητής. Πολλοί το συναντούν μα λίγοι ξέρουν να το γευτούν σωστά.
Ευχαριστώ σε για την "περασιά".

30 Μαΐου 2007 στις 5:20 μ.μ.  
Blogger Rodia said...

Εχμ.. μια καρπουζόφλουδα περνά ξυστά από μια πεπονόφλουδα.. Τυχερέ θειούλη, τη γλίτωσες! :-))

18 Ιουνίου 2007 στις 12:38 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Rodia,
δεν με νοιαζει πια, εχω κουραστει να ...τη γλιτωνω!

19 Ιουνίου 2007 στις 5:43 μ.μ.  
Blogger kostas_patra said...

έχει καρδιά η ιστορία

πιο γλυκειά και απο του καρπουζιού του ίδιου

δεν χωράνε τεμαχισμοί φράσεων, ανατέμνοντάς το θα σκότωνα κάτι παλλόμενο

δεν θα το κανα, αλλά οι περισπωμένες με έλυωσαν σαν την άσφαλτο

άξιος!

25 Ιουνίου 2007 στις 7:29 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home